Σοβαρές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας των φορολογικών ελέγχων της ΑΑΔΕ, αναφορικά με την ανάλυση και διασταύρωση στοιχείων τραπεζικών καταθέσεων, έχουν διατυπωθεί προσφάτως από τους συνδικαλιστές της ΠΟΕ-ΔΟΥ. Σύμφωνα με τους εργαζομένους, τα δύο βασικά λογισμικά αυτοματοποιημένων ελέγχων για τον εντοπισμό αδικαιολόγητης προσαύξησης περιουσίας, το «Myhands» και το νεότερο «Bancapp», δεν χρησιμοποιούνται.
Η λειτουργία του λογισμικού «Myhands», που ξεκίνησε να χρησιμοποιείται από το 2017 και είχε τη δυνατότητα γρήγορης και αξιόπιστης σύγκρισης τραπεζικών κινήσεων, με τα δηλωθέντα εισοδήματα κάθε φορολογούμενου, ώστε να εντοπίζονται περιπτώσεις αδικαιολόγητης προσαύξησης περιουσίας που υποκρύπτουν τη διάπραξη αδικημάτων εκτεταμένης φοροδιαφυγής, έχει διακοπεί εδώ και πολύ καιρό. Την ίδια στιγμή, η αναμενόμενη από αρχές του 2024, θέση σε λειτουργία του εξελιγμένου, όπως είχε παρουσιαστεί από την ΑΑΔΕ, Σύστηματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας (BANCAPP), έχει ως φαίνεται παραπεμφθεί στις καλένδες, επιτείνοντας την αδυναμία των υπηρεσιών της ΑΑΔΕ για διενέργεια αυτοματοποιημένων ελέγχων μεγάλης κλίμακας, που σχετίζονται με την διαπίστωση παράνομου πλουτισμού.
Στις ανωτέρω περιγραφόμενες καταγγελίες, η απόκριση στελεχών της ΑΑΔΕ με σκοπό τη διάψευση των σχετικών δημοσιευμάτων υπήρξε αστραπιαία, καθώς την επομένη κιόλας, έσπευσαν διά του Τύπου, να χαρακτηρίσουν τα όσα λέγονται από τους εργαζομένους ανακριβή, προβάλλοντας το επιχείρημα, για το μεν σύστημα «Myhands» ότι αφορούσε έλεγχο χρήσεων περιόδου 2002-2014 (ήτοι παραγεγραμμένων σήμερα), ενώ για το σύστημα «BANCAPP» αντέτειναν ότι είναι ήδη σε λειτουργία και μάλιστα έχει ήδη υπάρξει διαβίβαση 1000 «ύποπτων» περιπτώσεων, εν αναμονή διαβίβασης επιπλέον 800.
Στον αντίποδα ωστόσο, οι εργαζόμενοι επιμένουν και διατείνονται ότι το συγκεκριμένο λογισμικό βρίσκεται τύποις σε λειτουργία, καθώς η χρήση του είναι εντελώς αποσπασματική. Η πλειοψηφία των υπαλλήλων με ελεγκτικά καθήκοντα το αγνοεί, δεν εφαρμόζεται σε νευραλγικές υπηρεσίες φορολογικού ελέγχου όπως για παράδειγμα η Υ.Ε.Δ.Δ.Ε., ενώ οι λίγοι χρήστες που έκαναν προσπάθεια να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες, που υποτίθεται ότι θα είχε ως «εργαλείο ελέγχου», το χαρακτηρίζουν ως δυσλειτουργικό και πολύ αργό.
Η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα, οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ να είναι αναγκασμένοι να επιστρέψουν στη χρήση του απαρχαιωμένου συστήματος ΣΜΤΛ (Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών). Το σύστημα αυτό, το οποίο βασίζεται στην αίτηση για παροχή στοιχείων από τις Τράπεζες, πλέον, θεωρείται, εκτός από ιδιαίτερα χρονοβόρο και ιδιαίτερα αμφισβητούμενο ως προς την αξιοπιστία του, εξαιτίας κυρίως της καταγγελλόμενης εκ των υπαλλήλων της ΑΑΔΕ στάσης ορισμένων Τραπεζών, που, σύμφωνα με τους εφοριακούς, είτε δεν αποστέλλουν καθόλου στοιχεία λογαριασμών, είτε προχωρούν σε διαγραφές, δημιουργώντας σοβαρά ζητήματα αξιοπιστίας και διαφάνειας.
Επειδή, σε ένα περιβάλλον συνεχώς εξελισσόμενο ψηφιακά, δεν νοείται οπισθοδρόμηση στα λογισμικά προγράμματα των Αρχών που ασκούν έλεγχο όπως είναι εν προκειμένω η ΑΑΔΕ,
Επειδή, ο εντοπισμός της μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και παράνομου πλουτισμού απαιτεί «έξυπνα» και προηγμένα τεχνολογικά εργαλεία,
Επειδή, δε νοείται η Διοίκηση ενός τόσου μεγάλου φορέα να μην υποστηρίζει με κάθε δυνατό τρόπο το ελεγκτικό έργο των υπαλλήλων της, στο οποίο βασίζεται η διασφάλιση και η είσπραξη των δημοσίων εσόδων.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Τελικά τι ισχύει αναφορικά με το «έξυπνο» λογισμικό BANCAPP που διαθέτει η ΑΑΔΕ, σε ποιες υπηρεσίες της γίνεται χρήση από τους ελεγκτές;
2. Ποια είναι τα ακριβή στατιστικά στοιχεία ελέγχων και αποτελεσμάτων και πώς έχει αξιολογηθεί η χρήση του εν λόγω λογισμικού ως τώρα από τη Διοίκηση;
3. Είναι διασφαλισμένη και αξιόπιστη η ανταπόκριση των Τραπεζών στην αιτούμενη παροχή πληροφοριών προς τη Φορολογική Διοίκηση;
4. Δεδομένων των σχετικών καταγγελιών των εργαζομένων, σε τι ενέργειες προτίθεται να προβεί για την ενίσχυση του ελεγκτικού έργου τους και τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων;