Είναι γεγονός ότι στην χώρα μας η διαμεσολάβηση ως θεσμός μπορεί να επιτύχει τους σκοπούς θέσπισής της, όμως απαιτείται να ενημερωθούν και πεισθούν για τον θεσμό κατά πρώτον οι πολίτες και κατά δεύτερον οι νομικοί παραστάτες.
Όμως, είναι επίσης γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των δικηγόρων αμφισβητεί τον θεσμό και την εγκυρότητα των διαμεσολαβητών. Είναι σημαντικό επομένως, ο Νόμος να διευκολύνει τους νομικούς παραστάτες, ώστε να καταφέρουν οι τελευταίοι να εμπιστευτούν επιτέλους την διαμεσολάβηση και τους διαμεσολαβητές. Τέλος οι Δικαστικοί Λειτουργοί θα πρέπει με την σειρά τους να προωθήσουν περισσότερο την διαδικασία της διαμεσολάβησης, εφαρμόζοντας τον Νόμο ουσιαστικά και όχι τυπολατρικά.
Στα πρώτα χρόνια εφαρμογής του θεσμού έχουν ήδη εντοπιστεί στην καθημερινή πράξη μια σειρά προβλημάτων που επικεντρώνονται στα εξής:
Α. Η συναίνεση στον πρόσωπο του διαμεσολαβητή στα πλαίσια της Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν.4640/19, αν τα αντίδικα μέρη δεν συμφωνήσουν από κοινού στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή που θα διεξάγει την ΥΑΣ, τότε διορίζεται διαμεσολαβητής από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης (ΚΕΔ) με επιμέλεια του επισπεύδοντος μέρους.
Στην πράξη, η εν λόγω διάταξη δυσανασχετεί και επιβαρύνει μεγάλο αριθμό δικηγόρων και διαμεσολαβητών, καθώς τις περισσότερες φορές, τα αντίδικα μέρη διαφωνούν χωρίς λόγο στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή με μοναδικό στόχο την καθυστέρηση της διαδικασίας, με τον ορισμό εν τέλει ενός διαμεσολαβητή μέσω της ΚΕΔ (είναι πολλές οι περιπτώσεις που νομικοί παραστάτες δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν την Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία (ΥΑΣ) εντός της προθεσμίας της κατάθεσης των προτάσεών τους στην τακτική διαδικασία, γιατί καθυστερούσε να οριστεί διαμεσολαβητής μέσω της ΚΕΔ λόγω της μη αποδοχής του αιτήματος του επισπεύδοντος από κάποιον διαμεσολαβητή). Στα πλαίσια μιας σφοδρής αντιδικίας τα περισσότερα μέρη αρνούνται να ορίσουν διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής μόνο και μόνο λόγω της αντιδικίας τους.
Στην πράξη επομένως, καταλήγουν οι διαμεσολαβητές να αναζητούν πολλές μέρες το αντίδικο μέρος ή τον δικηγόρο τους για να λάβουν την έγγραφη συναίνεση τους, πολλές φορές χωρίς αποτέλεσμα και εν τέλει ο δικηγόρος του επισπεύδοντος μέρους καταλήγει σε ορισμό διαμεσολαβητή μέσω της ΚΕΔ. Επιπλέον, η άρνηση στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή από το ένα μέρος, συνήθως οξύνει ακόμη περισσότερο την αντιδικία, ειδικά στις οικογενειακές διαφορές, ενώ η διαμεσολάβηση υποτίθεται ότι θα έπρεπε να οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα.
Το πρόβλημα έγινε ακόμη μεγαλύτερο με την προσθήκη της ΥΑΣ Διαμεσολάβησης στις κτηματολογικές διαφορές της τακτικής διαδικασίας (άρθρο 6 Ν.2664/1998) εκεί που τα εναγόμενα μέρη μπορεί να είναι ακόμη και 50 άτομα (όταν υπάρχουν τυχόν κάθετες ιδιοκτησίες) και το επισπεύδον μέρος ή ο διαμεσολαβητής πρέπει να αναζητήσουν όλα τα εναγόμενα μέρη (τα οποία μπορεί να είναι κάτοικοι ακόμη και εξωτερικού ή αγνώστου διαμονής!!) για να λάβουν την περιβόητη έγγραφη συναίνεση στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή!! Όλα τα ανωτέρω βεβαίως ουδεμία σχέση έχουν με την ουσία της πολύ σημαντικής ΥΑΣ διαμεσολάβησης που μπορεί να οδηγήσει στην συμφωνία για υπαγωγή σε εκούσια διαμεσολάβηση και επίλυση της διαφοράς. Εν τέλει οι δικηγόροι, δυσανασχετούν και θεωρούν ότι η ΥΑΣ είναι ένα ακόμη αναγκαστικό χαρτί που πρέπει να προσκομίσουν με τις προτάσεις τους. Άλλωστε έχει καταντήσει δυστυχώς μια αναγκαστική διαδικασία κατά την οποία οι νομικοί παραστάτες συνήθως εμφανίζονται με την εξουσιοδότηση και περιμένουν απλά να υπογράψουν και να λάβουν αντίγραφο.
Όλα τα ανωτέρω θα επιλυθούν αν εκλείψει η εν λόγω διάταξη της συναίνεσης και των ατελείωτων προθεσμιών (20 ημερών, 5 ημερών κ.λ.π κ.λ.π) για την διεξαγωγή μιας ΥΑΣ. Η πιο απλή λύση είναι να αναφέρει το επισπεύδον μέρος με το εισαγωγικό του δικόγραφο, καθώς και με την παραγγελία της επίδοσης, το όνομα ενός διαμεσολαβητή που ορίζει ο ίδιος ή που του έχει ορίσει η ΚΕΔ μετά από δικό του αίτημα, τα στοιχεία της επικοινωνίας του διαμεσολαβητή, την ημέρα και την ώρα της συνάντησης για την ΥΑΣ, ώστε το εναγόμενο μέρος να ενημερώνεται με το εισαγωγικό δικόγραφο και να δύναται να επικοινωνήσει με τον διαμεσολαβητή για τυχόν αλλαγές στην ημέρα και ώρα της διαμεσολάβησης.
Ο τρόπος ορισμού ενός διαμεσολαβητή και μιας ΥΑΣ θα πρέπει να είναι απλός και βοηθητικός για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη (μέρη-δικηγόρους και διαμεσολαβητή), ώστε να προκρίνεται η ουσία, δηλαδή η διαμεσολάβηση και η εμπιστοσύνη στον θεσμό και στην εκπαίδευση και τις ικανότητες του διαμεσολαβητή. Οι διαμεσολαβητές δεν είναι οι διεκπεραιωτές μιας τυπικής διαδικασίας με χαρτιά και προθεσμίες. Θα πρέπει να επικεντρώνονται στην ενημέρωση των μερών και των νομικών παραστατών, στην ουσία της διαμεσολάβησης, στην πρακτική εξάσκησή τους και μετεκπαίδευσή τους και όχι στην συμπλήρωση έγγραφων συναινέσεων και τυπικών πρακτικών ΥΑΣ.
Β. Κατάργηση του ενημερωτικού εντύπου
Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 3 του Ν.4640/19 ο πληρεξούσιος δικηγόρος πρέπει να προσκομίσει κατά την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου ή με τις προτάσεις του το ενημερωτικό έντυπο για την δυνατότητα της διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς. Στην πράξη το εν λόγω έντυπο αποτελεί ακόμη έναν βραχνά για τους δικηγόρους που πρέπει να προσκομίσουν ατελείωτα έγγραφα (ειδικά στην τακτική διαδικασία) και πολλές φορές θα ξεχάσουν και το εν λόγω έγγραφο. Δυστυχώς είναι πολλοί οι δικαστές που σ αυτές τις περιπτώσεις απορρίπτουν ως απαράδεκτη την αγωγή και διατάσουν την επανάληψη της συζήτησης. Ως εκ τούτου πρέπει να καταργηθεί η εν λόγω παράγραφος, καθώς ούτως ή άλλως το εν λόγω έγγραφο γνωρίζουμε ότι το συμπληρώνουν μόνοι τους οι νομικοί παραστάτες και δεν προβαίνουν σε καμία ενημέρωση του εντολέα τους. Πόσο μάλλον στις περιπτώσεις που είναι υποχρεωτική η ΥΑΣ, η προσκόμιση επιπλέον του ενημερωτικού εγγράφου (ως υποχρεωτικού εγγράφου!) καταντάει αστεία! Επομένως πρέπει να καταργηθεί η εν λόγω παράγραφος γιατί στα περισσότερα δικαστήρια το βάρος της υπενθύμισης προσκόμισης του εν λόγω εγγράφου έχει εν τέλει πέσει στους δικαστικούς γραμματείς και βεβαίως είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις Δικαστών που ζητούνε το συγκεκριμένο έγγραφο πριν την δημοσίευση της απόφασής τους.
Γ. Εκτελεστότητα του πρακτικού στις οικογενειακές υποθέσεις επικοινωνίας ανηλίκων τέκνων.
Όπως προβλέπει ο Ν.4640/19 στο άρθρο 8, το πρακτικό της διαμεσολάβησης με την κατάθεσή του στο αρμόδιο Πρωτοδικείο, αποκτά εκτελεστότητα και ισοδυναμεί με τίτλο εκτελεστό σύμφωνα με την περίπτωση ζ της παρα.2 του άρθρου 904Κ.Πολ.Δ. Πράγματι το πρακτικό με το οποίο ρυθμίζεται η καταβολή χρηματικής παροχής (όπως είναι και η διατροφή ανηλίκου τέκνου στις οικογενειακές διαφορές-σχέσεις γονέων και τέκνων-), μπορεί άμεσα να εκτελεστεί με τα μέσα της άμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 951 Κ.Πολ.Δ. Προβληματική όμως φαίνεται η εκτελεστότητα των πρακτικών διαμεσολάβησης σε ορισμένες περιπτώσεις και ειδικότερα στην ρύθμισης της επικοινωνίας ανηλίκων τέκνων.
Αρχικά είναι γεγονός ότι ο νομοθέτης αποδυναμώνει το πρακτικό διαμεσολάβησης όταν του προσδίδει εκτελεστότητα σύμφωνα με την ανωτέρω περίπτωση ζ της παρ.2 του άρθρου 904 Κ.Πολ.Δ. και όχι σύμφωνα με την περίπτωση γ της παρ.2 του άρθρου 950 Κ.Πολ.Δ. («πρακτικά ελληνικών δικαστηρίων που περιέχουν συμβιβασμό ή προσδιορισμό δικαστικών εξόδων»), με αποτέλεσμα το πρακτικό της διαμεσολάβησης να μην εξομοιώνεται με το πρακτικό του δικαστικού συμβιβασμού κατά το άρθρο 293 Κ.Πολ.Δ. και να μην ισοδυναμεί με δικαστική απόφαση (βλ Άννα Πλεύρη «Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» εκδ. Σάκκουλα σελ. 244).
Στην περίπτωση που με το πρακτικό διαμεσολάβησης συμφωνείται μεταξύ άλλων η ρύθμισης της επικοινωνίας με ανήλικο τέκνο, η τυχόν παράδοση τέκνου από τον ένα γονέα σε άλλον και η μη παρεμπόδιση της προσωπικής επικοινωνίας γονέα με τέκνο, το πρακτικό δεν αποτελεί εκτελεστό τίτλο που μπορεί να εκτελεστεί αμέσως διότι το άρθρο 950 Κ.Πολ.Δ. προβλέπει δυνατότητα επίσπευσης μόνο έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης με απαγγελία χρηματικής ποινής και προσωρινής κράτησης από αρμόδιο δικαστήριο, μέσω έκδοσης απόφασης (βλ Άννα Πλεύρη «Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» εκδ. Σάκκουλα σελ. 245).
Ο «υποβιβασμός» όμως θα λέγαμε του πρακτικού διαμεσολάβησης επήλθε με την τροποποίηση του άρθρου 169Α ΠΚ «Παραβίαση δικαστικών αποφάσεων και συμφωνιών που επικυρώθηκαν από συμβολαιογράφο». Σύμφωνα με το άρθρο: «1. Όποιος δεν συμμορφώθηκε σε προσωρινή διαταγή ή διάταξη δικαστικής απόφασης πολιτικού δικαστηρίου ή σε εισαγγελική διάταξη, που αφορούν τη ρύθμιση της νομής ή της κατοχής, την άσκηση της γονικής μέριμνας, την επικοινωνία με το τέκνο και τη ρύθμιση της χρήσης της οικογενειακής στέγης και της κατανομής των κινητών μεταξύ συζύγων ή την απαγόρευση προσέγγισης και επικοινωνίας μεταξύ προσώπων, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη ή χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος δεν συμμορφώθηκε σε συμφωνία που επικυρώθηκε από συμβολαιογράφο κατά το άρθρο 1441 του Αστικού Κώδικα και αφορά στην επικοινωνία των ανήλικων τέκνων». Ο νομοθέτης, θέλησε επομένως να παραλείψει την ρητή αναφορά στο πρακτικό διαμεσολάβησης και αντιθέτως να εντάξει το συμβολαιογραφικό έγγραφο, αναδεικνύοντας αυτό ως μια προτιμότερη της διαμεσολάβησης λύσης. Το γεγονός ότι δεν ήταν τυχαία η απουσία ρητής αναφοράς του πρακτικού διαμεσολάβησης αποδεικνύεται από το άρθρο 358 Π.Κ. «Παραβίαση υποχρέωσης διατροφής» στο οποίο αναφέρεται η συμφωνία καταβολής διατροφής βασιζόμενη σε εκτελεστό τίτλο (όπως είναι το πρακτικό διαμεσολάβησης).
Ως εκ τούτου και στο πλαίσια προώθησης της διαμεσολάβησης και όχι υποβιβασμού αυτής, θα πρέπει να προστεθεί η ρητή αναφορά του πρακτικού διαμεσολάβησης στο ανωτέρω άρθρο 169α ΠΚ και να τροποποιηθεί το άρθρο 8 Ν.4640/19 ώστε το πρακτικό να ισοδυναμεί με τίτλο εκτελεστό σύμφωνα με την περίπτωση γ (και όχι ζ) της παρα.2 του άρθρου 904Κ.Πολ.Δ. Η εξομοίωση του πρακτικού διαμεσολάβησης με το πρακτικό συμβιβασμού του 293 Κ.Πολ.Δ. θα ρυθμίσει πολλά πρακτικά ζητήματα και θα αντιμετωπίσει τυχόν προβλήματα.
Δ. Νομική βοήθεια
Η αποζημίωση μέσω της νομικής βοήθειας πρέπει να γίνεται άμεσα προκειμένου να οι διαμεσολαβητές και οι νομικοί παραστάτες να έχουν το κίνητρο να συμμετάσχουν στους σχετικούς καταλόγους.
Ε. Χρηματοοικονονική διαμεσολάβηση
Η διαμεσολάβηση μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού δυστυχώς απέτυχε πλήρως, καθώς ουδεμία τράπεζα (fund κ.λ.π) δεν ανταποκρίνεται στα αιτήματα των πολιτών για εκούσια διαμεσολάβηση. Επιπλέον, στις ΥΑΣ τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα παρίστανται χωρίς καμία απολύτως επιθυμία για περαιτέρω προσφυγή στην διαμεσολάβηση και επιπλέον δεν παρέχουν ποτέ την συναίνεση στους διαμεσολαβητές που προσπαθούν να αναζητήσουν κάποιον αρμόδιο στα κεντρικά γραφεία των Αθηνών. Δημιουργήθηκε υποτίθεται ένα μητρώο διαμεσολαβητών, από διαμεσολαβητές που μετεκπαιδεύτηκαν στην χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση και ουσιαστικά δεν εφαρμόστηκε απολύτως τίποτα. Πρέπει επομένως με τον Ν.4640/2010 να προβλεφθούν αυστηρές κυρώσεις προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που στην ουσία υποβιβάζουν τον θεσμό της διαμεσολάβησης και διαρκώς επιβαρύνουν τους διαμεσολαβητές και τους νομικούς παραστάτες σε ανούσιες γραφειοκρατίες. Η χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση και οι ειδικά διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές θα βοηθήσουν ουσιαστικά στην ρύθμιση των οφειλών των πολιτών.
ΣΤ. Δικαστικοί Λειτουργοί και διαμεσολάβηση
Με τον Ν.4800/2021 περί συνεπιμέλειας προβλέπεται πλέον η κατάρτιση ενός καταλόγου μετεκπαιδευμένων οικογενειακών διαμεσολαβητών, καθώς και η επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών στην οικογενειακή διαμεσολάβηση. Επιπλέον το άρθρο 1514 παρ.3 ΑΚ όπως τροποποιήθηκε από τον Ν4800/21 ορίζει πλέον ότι το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως τον διαμεσολαβητή από τον μητρώο των οικογενειακών διαμεσολαβητών, οι οποία μετεκπαιδεύτηκαν σχετικά γι αυτό τον λόγο. Οι υποθέσεις οικογενειακού δικαίου είναι ίσως οι καταλληλότερες να υπαχθούν σε Διαμεσολάβηση, καθώς τις περισσότερες φορές αφορούν ευαίσθητα ζητήματα επιμέλειας, διατροφής και επικοινωνίας ανηλίκων τέκνων. Η επίλυση αυτών των ζητημάτων επομένως είναι ίσως αναγκαίο να γίνεται εξωδικαστικά μέσω της διαμεσολάβησης. Επιπλέον θα αποφορτιστεί ένας μεγάλος αριθμός υποθέσεων από τα Δικαστήρια. Η ουσιαστική επιμόρφωση επομένως των Δικαστών, η μετεκπαίδευση και η πρακτική άσκηση οικογενειακών διαμεσολαβητών, η δημιουργία οικογενειακών δικαστηρίων, κ.λ.π πρέπει να γίνουν προτεραιότητα του Ν.4640/2019. Τέλος, η υποχρεωτική οικογενειακή διαμεσολάβηση, αποτελεί τον μοναδικό τρόπο επίλυσης των εν λόγω υποθέσεων καθώς έχουμε παρατηρήσει ότι οι περισσότερες ΥΑΣ που καταλήγουν σε εκούσια διαμεσολάβηση είναι αυτές των οικογενειακών υποθέσεων. Επιπλέον από τα πρακτικά διαμεσολάβησης που κατατίθενται στο Πρωτοδικείο, παρατηρούμε ότι υπερτερούν αυτά των οικογενειακών υποθέσεων (και μετά των κτηματολογικών υποθέσεων).
Ζ. Περιπτωσιολογία ΥΑΣ
Είναι πολλές οι υποθέσεις, κυρίως ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου στις οποίες δεν αποδεικνύεται εύκολα η εξουσία διάθεσης του αντικειμένου την οποία απαιτούν οι διαφορές που υπάγονται στην Διαμεσολάβηση (όπως η προσβολή προσωπικότητας, η ακύρωση διαθήκης κ.λ.π κ.λ.π). Για πολλές περιπτώσεις η ΚΕΔ έχει δημοσιεύσει την επιτροπή νομικών θεμάτων καταλήγοντας στο αν εν τέλει χρειάζεται να γίνει ΥΑΣ ή όχι. Παρ όλα αυτά συναντάμε διαφορετικά πρωτοδικεία που νομολογούν διαφορετικά, δημιουργώντας πολλά προβλήματα στους νομικούς παραστάτες, τους διαμεσολαβητές που ερωτώνται σχετικά με το αν πρέπει να διεξαχθεί η ΥΑΣ και βεβαίως τους πολίτες. Πρέπει επομένως με τροποποίηση του Ν.4640/2019 να προβλεφθούν ειδικότερα όλες οι περιπτώσεις για τις οποίες είναι αμφίβολο αν πρέπει να διεξαχθεί ή όχι η ΥΑΣ Διαμεσολάβησης.
Η. Πύλες διαμεσολάβησης – Ρόλος των Ινστιτούτων Κατάρτισης Διαμεσολαβητών
Από την αρχική Οδηγία 2008/52/ΕΚ περί διαμεσολάβησης, προβλέπεται η ενημέρωση του κοινού σχετικά με τον θεσμό, ίσως το σημαντικότερο μέσο διάδοσης της διαμεσολάβησης και των αποτελεσμάτων της. Το 2014 το Υπουργείο με το πρόγραμμα «Ανοιχτές Πύλες Διαμεσολάβησης» ζήτησε από τα Πρωτοδικεία της χώρας να διαθέτουν ειδικά διαμορφωμένα γραφεία εντός του δικαστικού μεγάρου που θα στελεχώνονται από διαπιστευμένους διαμεσολαβητές προς ενημέρωση του κοινού. Η ιδέα βεβαίως δεν υλοποιήθηκε και παρέμεινε σε θεωρητικό επίπεδο. Με τον Ν.4640/2019 προβλέπεται η ενημέρωση του κοινού μόνο μέσω της ΚΕΔ (της ηλεκτρονικής σελίδας της ΚΕΔ), με πληροφορίες σχετικά με την διαμεσολάβηση και τα μητρώα των διαμεσολαβητών σε όλη την χώρα. Το πιο σημαντικό όμως είναι η κατ’ ίδιαν ενημέρωση του κοινού από τους διαπιστευμένους διαμεσολαβητές κάθε πρωτοδικείου και η πραγματική υλοποίηση ενός προγράμματος «Ανοιχτής Πύλης Διαμεσολάβησης» Αν επομένως η δημιουργία ενός ειδικού χώρου ενημέρωσης του κοινού δεν είναι εφικτή στα Πρωτοδικεία της Χώρας, τότε θα πρέπει να δημιουργηθούν ανάλογοι χώροι είτε στα Ινστιτούτα Κατάρτισης Διαμεσολαβητών, είτε στα Επιμελητήρια κάθε πόλης είτε στον αντίστοιχο δικηγορικό σύλλογο. Η δημιουργία ενός τέτοιου ειδικά διαμορφωμένου χώρου πρέπει να προβλεφθεί από τον Ν.4640/19 και με Υπουργική απόφαση να δημιουργηθεί σχετικός κατάλογος των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών του Πρωτοδικείου οι οποίοι θα καλούνται κυκλικά (αν επιθυμούν να ενταχθούν στον εν λόγω κατάλογο) να παρευρίσκονται στον ειδικό αυτό χώρο και να ενημερώνουν το κοινό.
Τα ινστιτούτα κατάρτισης διαμεσολαβητών πρέπει με πρόβλεψη του Ν.4640/2019 να αποκτήσουν έναν επιπλέον ρόλο και να μην περιορίζονται μόνο στην βασική εκπαίδευση και την μετεκπαίδευση των διαμεσολαβητών. Πρέπει να αποτελούν διαρκώς μια Πύλη Διαμεσολάβησης και ενημέρωσης του κοινού αξιοποιώντας τους διαπιστευμένους διαμεσολαβητές του πρωτοδικείου. Επιπλέον, είναι χρήσιμο τα ΙΝΚΑΔ όλης της χώρας να καλούν για πρακτική άσκηση τους διαπιστευμένους διαμεσολαβητές, με την καθοδήγηση των εκπαιδευτών διαμεσολαβητών τους και να συγκεντρώνουν τα στατιστικά στοιχεία των ΥΑΣ και των διαμεσολαβήσεων του αντίστοιχου Πρωτοδικείου. Η σωστή εκπαίδευση και πρακτική άσκηση των διαμεσολαβητών, μέσω της επίλυσης πραγματικών υποθέσεων, ενισχύει τις ικανότητές τους και αυξάνει την εμπιστοσύνη των μερών και των νομικών παραστατών προς το πρόσωπό τους. Με αυτό τον τρόπο ενισχύεται ο θεσμός της διαμεσολάβησης.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 44 του Ν.4640/2019 «μετά την πάροδο 2 ετών από την έναρξη ισχύος του Νόμου (από 29/11/2019 και ειδικότερα από 15/1/20 για τις υποθέσεις οικογενειακού δικαίου και 1/7/20 για τις υποθέσεις της τακτικής διαδικασίας), το Υπουργείο Δικαιοσύνης θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα του θεσμού της διαμεσολάβησης και της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας των άρθρων 6 και 7 του παρόντος». Επιπλέον σύμφωνα με το άρθρο 32 της αιτιολογικής έκθεσης του Ν.4640/19, «σκοπός του νομοθέτη είναι κατά πρώτον, η σταδιακή εξοικείωση με τον `θεσμό της διαμεσολάβησης τόσο των νομικών παραστατών και των διαμεσολαβητών όσο και των μερών και κατά δεύτερον η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση των όποιων πρωτοεμφανιζόμενων δυσλειτουργιών προκύψουν από την εφαρμογή της ΥΑΣ των άρθρων 6 και 7 του νόμου. Επίσης προβλέπεται η αξιολόγηση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης του θεσμού της διαμεσολάβησης και της πρακτικής εφαρμογής της ΥΑΣ, μετά την πάροδο διετίας, σύμφωνα με στοιχεία της ΚΕΔ».
Επειδή, τέσσερα χρόνια μετά δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική αξιολόγηση του Νόμου και τροποποίηση αυτού, με στόχο την προώθηση της διαμεσολάβησης και την διευκόλυνση των μερών, των νομικών παραστατών και των διαμεσολαβητών. Τα στατιστικά στοιχεία της ΚΕΔ, (οι αριθμοί των διαμεσολαβήσεων και των ΥΑΣ δηλαδή), δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα και κυρίως τα προβλήματα που έχουν ανακύψει από τις διατάξεις του Ν.4640/2019.
Επειδή, επιπλέον η εφαρμογή του νόμου σε ορισμένες περιπτώσεις με ΥΑΣ, έχει καταλήξει δυστυχώς τροχοπέδη των δικηγόρων και των διαμεσολαβητών οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν περιττές διαδικασίες και γραφειοκρατίες, με αποτέλεσμα τον υποβιβασμό της ουσίας της διαμεσολάβησης.
Ερωτάται ο αρμόδιος Υπουργός
1. Για ποιο λόγο τέσσερα χρόνια μετά δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική αξιολόγηση του Νόμου;
2. Προτίθεται να προβεί σε νομοθετικές βελτιώσεις, που θα προάγουν το θεσμό αυτό;