Μετά από έναν χρόνο με αρνητικό ρεκόρ σε κλειστά σχολεία, φέτος η σχολική χρονιά ξεκίνησε με σχολεία ανοιχτά μεν αλλά με πολλαπλά προβλήματα σε πολύ βασικούς τομείς.
Η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας να ανοίξει τα σχολεία χωρίς ουσιαστικά μέτρα πρόληψης για την προστασία της υγείας των παιδιών και της εν γένει δημόσιας υγείας αποδεικνύεται ήδη επικίνδυνη αφού σύμφωνα με χθεσινά στοιχεία του ΕΟΔΥ μέσα σε μια μόλις εβδομάδα τα κρούσματα στις ηλικίες 4-18 ανήλθαν σε 3.559 και από τους ειδικούς επιστήμονες αναμένεται αύξηση τις επόμενες εβδομάδες ενώ σύμφωνα με δημοσιεύματα 8 παιδιά νοσηλεύονται αυτές τις μέρες στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης.
Τα σχολεία άνοιξαν χωρίς να υπάρξει έστω προσπάθεια για μείωση του αριθμού των μαθητών ανά σχολική αίθουσα ειδικά στις σχολικές μονάδες των αστικών κέντρων (σημειωτέον δε, ότι ο μέγιστος επιτρεπόμενος αριθμός είχε ήδη αυξηθεί εν μέσω πανδημίας), με το Υπουργείο Παιδείας να αγνοεί επιδεικτικά τη μελέτη του Κέντρου Μελετών και Τεκμηρίωσης της ΟΛΜΕ για λειτουργία των σχολείων με 15 μαθητές ανά αίθουσα και παρά τις επιφυλάξεις ακόμα και των ειδικών επιστημόνων της Επιτροπής (Χ. Γώγος, 14/9/2021), με 25-26 παιδιά μέσα στην ίδια αίθουσα. Οι σχολικές καθαρίστριες με 2ωρη και 3ωρη απασχόληση δεν επαρκούν για να καλύψουν τις επιτακτικές ανάγκες τακτικής καθαριότητας αλλά και απολύμανσης καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού ωραρίου καθημερινά, με το Υπουργείο Εσωτερικών να κωφεύει στις ανάγκες για αύξηση των πόρων των Δήμων για το σκοπό αυτό. Επισημαίνεται δε, ότι ο διαχωρισμός των αρμοδιοτήτων μεταξύ υπουργείων δεν αποτελεί απάντηση εκ μέρους του Υπουργείου Παιδείας καθόσον οι συνθήκες της πανδημίας αποτελούν συστράτευση δυνάμεων, στενή συνεργασία και συντονισμό μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Η διενέργεια αυτοδιαγνωστικών τεστ, με ατομική ευθύνη των γονέων, ακόμα και αν αυξήθηκε ο αριθμός τους από ένα σε δύο ανά εβδομάδα, ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί αποτελεσματικό μέτρο για την προστασία της δημόσιας υγείας σε επίπεδο πρόληψης της νόσησης, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως τα επιστημονικά δεδομένα, σύμφωνα με τα οποία η μετάλλαξη «Δ» είναι πιο μεταδοτική και προσβάλλει και μικρά παιδιά. Ως ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ έχουμε επανειλημμένως επισημάνει, μεταξύ άλλων, την επιτακτική ανάγκη για αυστηρή και ουσιαστική επιδημιολογική επιτήρηση στις σχολικές μονάδες με τη διενέργεια τακτικών μαζικών τεστ από κλιμάκια του ΕΟΔΥ.
Το αποκορύφωμα δε, της ανεύθυνης και ανάλγητης στάσης της κυβέρνησης συνολικά και της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, είναι το εξωφρενικό και πέρα από κάθε λογική μέτρο του 50%+1 κρουσμάτων για να κλείσει ένα σχολικό τμήμα. Η δε απάντηση της Υπουργού ότι θα διενεργούνται περισσότερα τεστ δωρεάν μιλώντας για δαπανηρή λύση και ότι τα παιδιά φέτος επιστρέφουν στο σπίτι όπου οι γονείς και οι παππούδες είναι εμβολιασμένοι ή «μπορούν να εμβολιαστούν» αποτελεί μνημείο κυνικότητας και επικινδυνότητας. Τα παιδιά, κατ’ αρχάς νοσούν τα ίδια χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα νοσήσουν ελαφρά αφού η μετάλλαξη «Δ» δείχνει ότι καταλαμβάνει και μικρότερες ηλικίες, με τους επιστήμονες να ανησυχούν γιατί διαρκώς πέφτει ο μέσος όρος ηλικίας των νοσηλευόμενων και όπως ήδη προαναφέρθηκε 8 παιδιά νοσηλεύονται αυτές τις μέρες σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Επιπροσθέτως, εφόσον το ποσοστό εμβολιασμού σε μεγαλύτερες ηλικίες δεν είναι το επιθυμητό και ο στόχος για τείχος ανοσίας δεν έχει επιτευχθεί, πολλοί μαθητές επιστρέφουν σε σπίτια όπου διαμένουν γονείς και παππούδες ανεμβολίαστοι είτε λόγω άρνησης/φόβου είτε λόγω ειδικών προβλημάτων υγείας και σε κάθε περίπτωση η άρνηση ή ο φόβος κάποιου να εμβολιαστεί δεν θα πρέπει να αποτελεί απαλλαγή ευθύνης για την Πολιτεία αλλά υποχρέωση και καθήκον να πείσει και να προστατεύσει.
Η αναλγησία του εν λόγω μέτρου κορυφώνεται και με την πρόβλεψη ότι δεν θα δικαιολογούνται απουσίες σε περίπτωση που κάποιοι γονείς δεν στείλουν το παιδί τους σχολείο λόγω φόβου από εμφάνιση κρούσματος στο τμήμα.
Ως προς το εκπαιδευτικό σκέλος μετά από μια σχολική χρονιά, που χάθηκαν τα 2/3 περίπου της δια ζώσης διδασκαλίας, για την οποία και η ίδια Υπουργός Παιδείας δηλώνει τακτικά ότι δεν αντικαθίσταται από την τηλεκπαίδευση – αν και η Υφυπουργός την περσινή χρονιά δήλωνε ότι «η εξ αποστάσεως διδασκαλία και η δια ζώσης διδασκαλία είναι δύο διαφορετικοί τρόποι διδασκαλίας απολύτως ισοδύναμοι» – δεν υπήρξε καμία προσαρμογή του προγράμματος και της διδακτέας ύλης, ειδικότερα στις μικρότερες τάξεις, με αποτέλεσμα η νέα σχολική χρονιά να ξεκινάει με μερικές επαναλήψεις, ως είθισται κάθε σχολική χρονιά και σαν να μην υπήρξαν κλειστά σχολεία και εξ αποστάσεως εκπαίδευση, ενώ οι δάσκαλοι διαπιστώνουν πχ ότι μαθητές της Β ΄Δημοτικού (περσινή Α΄ Δημοτικού) παρουσιάζουν σοβαρές δυσκολίες σε γραφή και ανάγνωση.
Παρά τις πανηγυρικές ανακοινώσεις της Υπουργού Παιδείας, που παραμένει πιστή στην επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης της ΝΔ, περί μόνιμων προσλήψεων και ενώ τα σχολεία έχουν ήδη ξεκινήσει τη λειτουργία τους, καταγράφονται κενά στην παράλληλη στήριξη, σε σχολικούς νοσηλευτές, ακόμα και σε δασκάλους της γενικής αγωγής.
Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης προσλήψεων αναπληρωτών, τα κενά στην παράλληλη στήριξη έχουν οδηγήσει τους γονείς σε απελπισία και ο αντίκτυπος στον ευαίσθητο ψυχισμό των παιδιών που χρήζουν παράλληλης στήριξης είναι ανυπολόγιστος. Όσοι γονείς μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά στρέφονται στη λύση της ιδιωτικής παράλληλης στήριξης, ενώ οι πιο αδύναμοι οικονομικά βλέπουν τα παιδιά τους να στερούνται ουσιαστικά το βασικό αγαθό της γνώσης και το δικαίωμά τους στις ίσες ευκαιρίες και την ίση μεταχείριση. Αυτές τις μέρες, πυκνώνουν και οι απελπισμένες φωνές γονέων που τα παιδιά τους λόγω ύπαρξης νοσημάτων χρήζουν υπηρεσιών σχολικού νοσηλευτή (στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης έγινε πχ γνωστή περίπτωση πατέρα που αναγκάζεται να παραμένει έξω από το νηπιαγωγείο λόγω έλλειψης σχολικού νοσηλευτή προκειμένου το παιδί του, που πάσχει από διαβήτη, να μην παραμείνει αποκλεισμένο στο σπίτι, μητέρας παιδιού με επιληπτικές κρίσεις κ.λ.π).
Καταγράφονται δε, και κενά σε εκπαιδευτικούς της γενικής αγωγής, γεγονός που αναγκάζει τους γονείς να μεταφέρουν τα παιδιά τους σε άλλα σχολεία και να επιβαρύνεται έτσι έτι περαιτέρω ο αριθμός παιδιών ανά σχολικό τμήμα (πχ 7οκαι 12ο Δημοτικό Σχολείο Ν. Σμύρνης).
Επειδή τα κενά που καταγράφονται στην ειδική αγωγή φαίνεται να ξεπερνούν το ποσοστό του 50% και το χρονοδιάγραμμα αναπλήρωσής τους παραμένει άγνωστο.
Επειδή η εκπαίδευση αποτελεί βασικό δικαίωμα και υποχρέωση της Πολιτείας.
Επειδή η κυβέρνηση της ΝΔ αναλώνεται διαρκώς σε ανούσιες επικοινωνιακές τακτικές και με την νεοφιλελεύθερη και αυταρχική πολιτική της αγνοεί τις ουσιαστικές ανάγκες της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας και στον ευαίσθητο τομέα της εκπαίδευσης.
Ερωτάται η αρμόδια κ. Υπουργός:
1. Πόσα κενά υπάρχουν σε εκπαιδευτικούς γενικής και ειδικής αγωγής;
2. Σε ποιες ενέργειες έχει προβεί ή προτίθεται να προβεί προκειμένου να καλυφθούν τα κενά αυτά και ποιο το ακριβές χρονοδιάγραμμα κάλυψής τους;
3. Σε ποιες ενέργειες έχει προβεί ή προτίθεται να προβεί για την άμεση στήριξη μαθητών που χρήζουν παράλληλης στήριξης και υπηρεσιών σχολικού νοσηλευτή μέχρι την κάλυψη των κενών αυτών;
4. Σε ποιες ενέργειες έχει προβεί ή προτίθεται να προβεί με την αρμόδια Επιτροπή για την αλλαγή του πρωτοκόλλου και του μέτρου «50%+1» κρούσματα για κλείσιμο τμήματος, καθώς και για την κατάργηση της ρύθμισης για μη δικαιολόγηση απουσιών για παιδιά που δεν θα πάνε σχολείο μετά την εμφάνιση κρούσματος στο τμήμα;